Βρισκόμαστε με τη Μαρία στο Μαρούσι στην "Τροχαλία". Έχουμε κάτσει χαλαρά σε ένα πέτρινο πάγκο με μαξιλάρια και συζητάμε για τα όσα έχει δημιουργήσει. Συζήτηση που σε ευχαριστεί και παράλληλα δίνει χώρο στον προβληματισμό σου. Δε σταματώ να θαυμάζω τη Μαρία για την ιδιότητά της ως καθηγήτρια Γαλλικών, ως θεατρολόγο και ως συγγραφέα. Μα πάνω από όλα, δε σταματώ να τη θαυμάζω ως άνθρωπο.
- Τι σημαίνει για σένα να γράφεις, κάθε φορά που γράφεις κάτι, είναι για σένα ένα είδος απελευθέρωσης ή ακόμα και διαμαρτυρία της ψυχής; Των όσων εκείνη βιώνει;
Για μένα κάθε φορά αυτό είναι μία διαδικασία απελευθέρωσης, είναι πράγματα που έχουν συσσωρευτεί μέσα μου και θεωρώ ότι θα πρέπει να εκφραστούν με ένα τρόπο. Και κυρίως πρέπει να αφορούν κι άλλους ανθρώπους. Νομίζω ότι αφορούν κι άλλους ανθρώπους, οπότε θέλω να μοιραστώ μαζί τους τη δικιά μου σκέψη, το δικό μου συναίσθημα.
- Πώς πήρες την απόφαση να γράψεις; Υπήρξε κάποιο περιστατικό, κάτι ιδιαίτερο, που σε έκανε να σκεφτείς ότι θες να εκφραστείς και να μοιραστείς τις σκέψεις σου;
Δεν πήρα την απόφαση να γράψω ποτέ. Προέκυψε. Γράφω από μικρό παιδί, έγραφα μόνη μου, πράγματα που έχω κρατήσει, πράγματα που έχω σκίσει. Στα Ανάβρυτα που ήμουν στο Λύκειο, στο Κλασσικό Λύκειο Αναβρύτων, έγραφα στη μαθητική εφημερίδα που είχαμε, την "Ελεύθερη Γνώμη".
- Σε κάποια από τα διηγήματά σου, παρατηρούμε την έκβαση της ιστορίας μέσω της αυτοκτονίας. Άλλοι θεωρούν αυτήν την πράξη θάρρος και άλλοι δειλία. Θες να μου το σχολιάσεις λίγο;
Καθετί που κάνουμε είναι και θάρρος και δειλία. Ο καθένας μας ζει τη ζωή του με τον τρόπο που επιλέγει. Για κάποιο λόγο η αυτοκτονία, εάν τη δημιουργεί ένα βαρύ κάρμα δεν είναι δειλία. Η "εύκολη" αυτοκτονία είναι δειλία, είναι έγκλημα, είναι απάνθρωπο. Η ζωή είναι θείο χάρισμα. Η ζωή είναι πάρα πολύ όμορφη. Γράφουμε γιατί αγαπάμε τη ζωή. Εάν δεν αγαπούσαμε και τη "Μάρθα" (χαρακτήρας του βιβλίου), που είναι τραβεστί, την αδυναμία του ανθρώπου δε θα γράφαμε. Δε γράφουμε για να καταδικάσουμε έναν ήρωα. Όλους τους ήρωες μου τους αγαπώ. Δε μπορείς να ασχοληθείς με κάτι που δεν αγαπάς. Ωστόσο, δε θα πω αν η αυτοκτονία είναι δειλία ή θάρρος. Άλλες φορές είναι δειλία και άλλες φορές είναι θάρρος.
- Τα διηγήματά σου ήταν όλα αποτέλεσμα μυθοπλασίας ή υπήρξαν και ιστορίες που τις έζησες ή έστω παρακολουθούσες την εξέλιξή τους, από οικογενειακό ή φιλικό σου περιβάλλον;
Αυτό που γράφω προκύπτει από μία μυθοπλασία ή και ένα βίωμα. Μπορεί να έχω ζήσει κάτι που μετά το αλλοιώνω ή μέσα μου έχει δημιουργήσει μία τέτοια εντύπωση, ένα τέτοιο συναίσθημα που μετά αυτό μεταλλάσσεται σε κάτι άλλο, σε μία άλλη ιστορία, παίρνει μία άλλη μορφή. Κι έτσι βγαίνει μια ιστοριούλα.
-Πρόσφατα εκδόθηκαν και κάποιες μεταφράσεις που έκανες.
Τη μετάφραση την αγαπώ πολύ. Την ξεκίνησα στο Μεταπτυχιακό που έκανα στη δεύτερη σχολή, στη Θεατρολογία. Επέλεξα το "Δον Ζουάν" του Μιλόζ. Ο Δον Ζουάν είναι αγαπημένος μου ήρωας, κι όχι γιατί είναι γκομενιάρης, αλλά γιατί είναι αρνητιστής και ελεύθερος. Ωστόσο, πέρασαν χρόνια για να εκδώσω αυτή τη μετάφραση γιατί έπρεπε να πάρω τα πνευματικά δικαιώματα για να προχωρήσω. Και μετά ως μετάφραση ήρθε και "Η νύχτα της Βαλόνης" του Eric Emmanuel Schmitt.
- Θα μου μιλήσεις λίγο και για την "Εγκατάλειψη";
Η "Εγκατάλειψη" είναι θεατρικό έργο που έγινε το καλοκαίρι. Είναι ένα έργο που δεν έχει κακό τέλος.
- Γιατί "Εγκατάλειψη";
Γιατί όλοι ζούμε με μια εγκατάλειψη. Το παιδί που αφήνεται, για παράδειγμα, από τη μητέρα στο σχολείο. Ή αργότερα όταν το παιδί φεύγει από τη μάνα κι εκείνη αγωνιά για εκείνο. Πάντα υπάρχει μία εγκατάλειψη.
Συνέντευξη από τη Λυδία Καραθανάση
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου